...

Τετάρτη, Οκτωβρίου 03, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Μέχρι ο Frodo να φτάσει στις Μαύρες Πύλες για ν’ απαλλαγεί από το βάρος του δαχτυλιδιού, ο μάγος Gandalf και ο βασιλιάς Théoden ενώνουν τις δυνάμεις τους για να σώσουν την πρωτεύουσα της Gordor από την τελική μάχη ενάντια στις δυνάμεις του κακού.

Προσωπική άποψη:
Το 2001 περίμενα με αγωνία το πρώτο μέρος της τριλογίας. Έπειτα περίμενα ένα χρόνο ακόμα για το δεύτερο μέρος. Κι έτσι, με το πέρασμα τριών χρόνων ήρθε η ολοκλήρωση. Η ολοκλήρωση ενός υπέροχου παραμυθιού. Πριν μερικές λοιπόν μέρες, έτυχε και το ξαναείδα στην τηλεόραση. Το μεγαλείο της μεγάλης οθόνης δεν υπήρχε πλέον, η μαγεία όμως ήταν η ίδια. Ίσως είναι λάθος να μπούμε στη διαδικασία μια τέτοιου είδους ταινία να την κρίνουμε ατομικά κι όχι σαν μια ολοκληρωμένη παραγωγή. “Ο Άρχοντας Των Δαχτυλιδιών” με έκανε –όπως και τον περισσότερο κόσμο άλλωστε- να πω ότι “κάτι τέτοιο δεν το έχω ξαναδεί”. Κι αναρωτιέμαι... πότε θα υπάρξει άλλη ταινία που θα μου ξυπνήσει αυτό το αίσθημα. Δε μιλάμε για ένα κοινό έργο, αλλά για κάτι που δε μπορεί να συγκριθεί με τίποτα άλλο. Μιλάμε για έναν υπερθέαμα εικόνων, μουσικής, ηθοποιών, αισθημάτων και νοημάτων.

Τι μπορεί να πει κανείς για τον Peter Jackson; Μέσω της αγάπης του γι’ αυτό το θέμα, ξεδίπλωσε για μια ακόμα φορά το σκηνοθετικό του ταλέντο, αποδεικνύοντας πάνω απ’ όλα ότι η αγάπη σε συνδυασμό με το μεράκι και το ταλέντο μπορούν να κάνουν θαύματα. Βέβαια δε μπορούμε να παραλείψουμε το γεγονός ότι το υλικό που κληροδότησε απ’ τον Tolkin ήταν κι είναι από μόνο του κάτι το εντυπωσιακό και το ιδιαίτερο.

Οι δύο προηγούμενες ταινίες ήταν πραγματικά καταπληκτικές. “Η επιστροφή Του Βασιλιά” όμως είναι, αν όχι το πιο εντυπωσιακό, ένα απ’ τα πιο εντυπωσιακά αποτελέσματα που έχω δει ποτέ στη μεγάλη οθόνη. Δεν ξέρω καν αν υπάρχει λόγος ν’ αναλύσω το πόσο θεαματικά εφέ, σκηνικά και κοστούμια χρησιμοποιήθηκαν έτσι ώστε αυτός ο μαγικός κόσμος να αποκτήσει υπόσταση. Σίγουρα τα λόγια είναι λίγα κι αντί να εκθειάσουν το αποτέλεσμα θα το υποτιμήσουν. Αν κάτι πάντως είναι μαγικό είναι η εναλλαγή των χρωμάτων, κάτι που καταφέρνει να λειτουργήσει άψογα έτσι ώστε να μεταφερθεί το εκάστοτε κλίμα που επικρατεί.

Καθώς πλησιάζουμε προς το τέλος της ιστορίας, η ένταση κι η αγωνία μεγαλώνει. Ο τρόμος του τι μπορεί να επακολουθήσει αιωρείται κι εμείς καλούμαστε να γίνουμε ένα με τους ήρωες της ιστορίας αυτής. Να μοιραστούμε μαζί τους φόβους, την αγωνία, τη συγκίνηση, το πάθος για τη νίκη, τη θλίψη, τη χαρά τους. Το κακό δυναμώνει, οι μάχες πυκνώνουν για να φτάσουν στην κορυφαία όλων στο φινάλε της ταινίας. Το θέαμα είναι πραγματικά απερίγραπτο... Βέβαια, σ’ αυτό το καλό αποτέλεσμα, βασικό ρόλο έχουν παίξει οι εξαιρετικές ερμηνείες. Δεν θα μπω στη διαδικασία ν’ αναλύσω την παρουσία του καθ’ ενός χωριστά. Ο καθ’ ένας έβαλε το δικό του λιθαράκι και διεκπεραίωσε αυτό που τον καλέσανε να κάνει περισσότερο ικανοποιητικά απ’ όσο ίσως θα περίμεναν και οι ίδιοι.

Η μουσική δένει όμορφα με την εικόνα κι υπάρχουν μάλιστα στιγμές όπου νιώθεις ότι την συμπληρώνει. Δεν έχει όμως σίγουρα τη δυναμική των δύο προηγούμενων αν και βασίζεται στο ίδιο μοτίβο. Και δυστυχώς, αν κι ειδικά η μουσική του πρώτου μέρους της τριλογίας ήταν εντυπωσιακή, δεν κατάφερε να δημιουργηθεί ένα soundtrack όπου μετά από καιρό να το σιγοτραγουδάς, παρ’ όλο που όποια στιγμή κι αν το ακούσεις θα το αναγνωρίσεις. Και κρίνοντας τη μεταφορά των βιβλίων του Tolkin στη μεγάλη οθόνη, αν αναλογιστούμε τι έχουμε δει, καταλαβαίνουμε ότι δεν πρόκειται απλά για άλλη μία ταινία επιστημονικής φαντασίας. Μπορεί κανείς να διακρίνει καθαρά την αγωνία του Tolkin για την καταστροφή της φύσης, για τις αδυναμίες, τα λάθη και τα συναισθήματα των ανθρώπων. Για τις επιλογές τους, τις αποφάσεις τους που κρίνουν τα πάντα, για την ίδια τους την ψυχή.

Δεν έχω διαβάσει ακόμα τα βιβλία (αν και τα έχω στη βιβλιοθήκη να κάθονται), οπότε δε μπορώ να εκφέρω άποψη για την πιστότητα της μεταφοράς τους. Όσοι τα έχουν διαβάσει σίγουρα θα βρήκαν λάθη. Σίγουρα θα βρήκαν αλλαγές. Σίγουρα θα εντόπισαν κενά. Όμως όλα αυτά είναι αναπόφευκτα όταν ένα σενάριο πηγάζει από ένα βιβλίο. Πόσο μάλλον όταν μιλάμε για μια παραγωγή σαν κι αυτή. Σίγουρα επίσης, όσοι το είδαν χωρίς να έχουν δει τα δύο προηγούμενα ή έχοντας κενά στη μνήμη τους, θα έχασαν τη μπάλα. Σίγουρο όμως είναι και το ότι όσοι το είδαν έχοντας κάνει την κατάλληλη προετοιμασία, έφυγαν απ’ το σινεμά χωρίς απορίες και πλήρως ευχαριστημένοι από το αποτέλεσμα. Με μια ολοκληρωμένη εικόνα των τόπων, των ηρώων, των καταστάσεων που βίωσαν, της ιστορίας της ίδιας.

Δικαιολογημένα λοιπόν είναι μια ταινία που σάρωσε τα Oscar και μπήκε στην πρώτη θέση με τον “Τιτανικό” και το “Ben Hur”, κατακτώντας συνολικά 11 αγαλματάκια κι αποδεικνύοντας ότι μια ταινία επιστημονικής φαντασίας είναι άξια για κάτι τέτοιο. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει άνθρωπος που να μην έχει παρακολουθήσει πλέον την τριλογία, αν όμως υπάρχει πρέπει να το κάνει σίγουρα. Πρέπει το δίχως άλλο ν’ αφεθεί σ’ αυτό τον μαγικό κόσμο, των εικόνων, των χαρακτήρων, των ηθικών διδαγμάτων. Το όνειρο του Peter Jackson υλοποιήθηκε και μας το προσέφερε αβίαστα. Και γι’ αυτό το πραγματικά υπέροχο κι εντυπωσιακό αποτέλεσμα πρέπει να τον ευχαριστούμε.
Βαθμολογία 10/10

Ταυτότητα ταινίας:

Ελλ. τίτλος: Ο Άρχοντας Των Δαχτυλιδιών: Η Επιστροφή Του Βασιλιά
Είδος: Περιπέτεια Φαντασίας
Σκηνοθέτης: Peter Jackson
Πρωταγωνιστές: Elijah Wood, Ian McKellen, Viggo Mortensen, Sean Astin, Billy Boyd, Orlando Bloom, Liv Tyler, John Rhys-Davies, Dominic Monaghan, Christopher Lee, Miranda Otto, Brad Dourif, Cate Blanchett, Karl Urban, Bernard Hill
Μουσική: Howard Shore
Παραγωγή: 2003
Διάρκεια: 201’

Σχετικά sites που αξίζουν τον κόπο:
http://www.movieweb.com/movies/film/03/3/summary.php



Posted on Τετάρτη, Οκτωβρίου 03, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

2 comments

Τρίτη, Οκτωβρίου 02, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Ένας πράκτορας του FBI που συνέλαβε στο παρελθόν τον ψυχοπαθή Hannibal Lecter, τον επισκέπτεται στη φυλακή και ζητά τη βοήθειά του για ν’ αποκαλύψει την ταυτότητα ενός άλλου κατά συρροή δολοφόνου, ο οποίος πρόκειται να χτυπήσει την επόμενη πανσέληνο.

Προσωπική άποψη:
Το 1990 ο Hannibal Lecter μας συστήθηκε μέσω της “Σιωπής Των Αμνών”, έκανε το κοινό ν’ ανατριχιάσει και μέσω μιας διαστροφής να λατρέψουμε αυτό που προσέφερε. Και τι ήταν αυτό; Μια ρεαλιστική δόση του πως είναι να είναι κανείς κανίβαλος. Κι ο Anthony Hopkins που υποδύθηκε τον περίφημο ψυχίατρο απέδειξε ότι ήταν η καλύτερη επιλογή που θα μπορούσε να έχει γίνει, καθώς κατάφερε να γίνει μέρος απ’ τους εφιάλτες μας.

Έπειτα από περίπου 10 χρόνια, ο Hannibal Lecter επέστρεψε. Η μαγεία όμως είχε χαθεί! Ήταν πλέον ελεύθερος και όλη αυτή η ατμόσφαιρα που δημιουργούσε το γυάλινο κελί ήταν παρελθόν. Για ‘μένα προσωπικά ήταν σκέτη απογοήτευση κι η μεταφορά του τελευταίου μέρους της ιστορίας που έγραψε ο Thomas Harris ναυάγησε άδοξα. Κι έτσι πριν 5 χρόνια θεώρησαν ότι έπρεπε να μας αποζημιώσουν για το προηγούμενο φιάσκο. Ο “Κόκκινος Δράκος” μας ταξιδεύει πίσω στον χρόνο έτσι ώστε να γίνουμε μάρτυρες των γεγονότων που αποτέλεσαν την αφετηρία όσων είδαμε τα προηγούμενα χρόνια. Η χαμένη μαγεία επέστρεψε μαζί με τον Hannibal Lecter, στο ίδιο γυάλινο κελί, τόσο γνώριμο, αλλά ακόμα πιο άγριο.

Η υπόθεση της ταινίας έχει αρκετές ομοιότητες με αυτή της “Σιωπής Των Αμνών”. Μόνο που σ’ εκείνη ο ρόλος του πράκτορα του FBI άνηκε σε μια νεαρή γυναίκα που γοήτευε τον Hannibal Lecter. Αντίθετα εδώ, ο ρόλος ανήκει σ’ έναν νεαρό άντρα που τον οργίζει, καθώς είναι ο λόγος που έχει βρεθεί στη φυλακή. Έτσι, κατόπιν πρωτοβουλίας του Anthony Hopkins, ο ρόλος του έχει μια διαφορετική προσέγγιση. Είναι σαν ένα εξαγριωμένο ζώο που του στέρησαν την ελευθερία του και δεν διστάζει στιγμή να το δείξει.

Το σενάριο έχει τη δυναμικότητα της “Σιωπής Των Αμνών”, καθώς τη μεταφορά του απ’ το ομώνυμο βιβλίο ανέλαβε και πάλι ο Ted Tally που για μια ακόμα φορά αποδεικνύει το μεγάλο του ταλέντο. Ακόμα και οι διάλογοι μεταξύ του Hannibal Lecter και του πράκτορα Will Graham έχουν την ίδια δυναμική και προκαλούν το ίδιο ανατριχιαστικό συναίσθημα. Παρά τις ομοιότητες όμως δεν έχουμε να κάνουμε με μια φτηνή αντιγραφή. Κάθε άλλο...

Σκηνοθετικά έχει γίνει πολύ καλή δουλειά. Ένα κλίμα μυστηρίου και φόβου πλανιέται στην ατμόσφαιρα. Ο κίνδυνος κι ο θάνατος παραμονεύουν και φαντάζουν ανεξέλεγχτα καθώς τα κομμάτια του παζλ μοιάζουν να μη μπορούν να συνδεθούν ώστε να οδηγήσουν στη λύτρωση. Άξιες αναφοράς είναι η έναρξη της ταινίας που γίνεται πριν τους τίτλους αρχής και μας πάει σε μια περίοδο πριν απ’ τη σύλληψη του Hannibal Lecter (αναφορά του περιστατικού που έχει να κάνει με ένα γεύμα γίνεται στο “Hannibal”) κι το ξύπνημα του δράκου, που είναι ευφάμηλο καλλιτεχνικής άποψης με τον χορό του γυμνού τρελού στη “Σιωπή Των Αμνών”. Επίσης, εξαιρετικό είναι το φινάλε της ταινίας που ουσιαστικά τελειώνει εκεί που ξεκίνησε το ταξίδι μας στη ζωή του Hannibal Lecter πριν από 17 χρόνια.

Σ’ αυτό το σημείο ν’ αναφέρω ότι οι τίτλοι αρχής δουλεύουν με έναν ιδιαίτερο και πρωτότυπο τρόπο. Δεν μας παρουσιάζουν απλώς τους συντελεστές, αλλά μέσω ενός χρηστικού και λειτουργικού τρόπου, με χρήση εφημερίδων της εποχής, δίνουν τη δυνατότητα στο θεατή, με έναν γρήγορο τρόπο να παρακολουθήσει και να κατανοήσει τα γεγονότα που έλαβαν χώρα από τη σύλληψη του διαβόητου ψυχιάτρου μέχρι την πρόωρη αποχώρηση του Will Graham από το FBI.

Μπορεί πλέον ο Anthony Hopkins να μην αποτελεί τον πρωταγωνιστή της ταινίας, αλλά η παρουσία του και μόνο γεμίζει την οθόνη κάθε φορά που εμφανίζεται στο πλάνο. Καταφέρνει κάθε φορά ν’ αποσπάσει την προσοχή και τον θαυμασμό μέσω του αιμοβόρικου και ταυτόχρονα καυστικού ως προς το χιούμορ του χαρακτήρα του ήρωα που ενσαρκώνει. Ο Edward Norton αποτελεσματικός στο ρόλο του πράκτορα του FBI που μπαίνει εξαναγκαστικά στην υπόθεση του κατά συρροή δολοφόνου. Ο πάντα ταλαντούχος ηθοποιός, δεν αποτελεί την έκπληξη, αλλά την επιβεβαίωση... Όσο για τον Ralph Fiennes στο ρόλο του... κακού της υπόθεσης; Χωρίς να εγκαταλείπει το αγγλοσαξονικό του στυλάκι, δημιουργεί έναν χαρακτήρα που νομίζω ότι του πάει. Εσωστρεφής, γοητευτικός και μυστηριώδης, αποπνέει κάτι το επικίνδυνο και θανατηφόρο.

Πρόκειται λοιπόν για μια καλογυρισμένη και προσεγμένη παραγωγή. Το σασπένς είναι πανταχού παρόν κι η ιστορία εξελίσσεται ομαλά και δυναμικά στα χνάρια που άφησε “Η Σιωπή Των Αμνών”. Εξαιρετικοί ηθοποιοί σε ρόλους που τους πάνε γάντι και πάμε να παρακολουθήσουμε την αρχή του τρόμου.
Βαθμολογία 8/10

Ταυτότητα ταινίας:Ελλ. τίτλος: Κόκκινος Δράκος
Είδος: Θρίλερ
Πρωταγωνιστές: Anthony Hopkins, Edward Norton, Ralph Fiennes, Emily Watson, Anthony Heald, Philip Seymour Hoffman
Παραγωγή: 2002
Διάρκεια: 124’

Επίσημο site:
http://www.reddragonmovie.com/


Posted on Τρίτη, Οκτωβρίου 02, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

18 comments

Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007

Συνοπτική περίληψη του έργου:
Η ιστορία του Μέγα Αλέξανδρου μέσα απ’ τα μάτια του Oliver Stone. Η ζωή του απ’ τα παιδικά του χρόνια μέχρι τον θάνατό του. Η άνοδος και η πτώση μιας ολόκληρης αυτοκρατορίας.

Προσωπική άποψη:
Μεγάλη αναμονή και προσμονή επικρατούσε πριν μερικά χρόνια στο κινηματογραφικό στερέωμα. Όλοι περίμεναν με αγωνία τη μεταφορά στη μεγάλη οθόνη του βίου του μεγαλύτερου στρατηλάτη όλων των εποχών, του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Το αποτέλεσμα...; Απογοητευτικό! Η ταινία είναι ένα αφηγηματικό ταξίδι στη ζωή του Μέγα Αλέξανδρου μέσα απ’ την οπτική του Πτολεμαίου, συντρόφου του στη μεγάλη εκστρατεία για την κατάκτηση του κόσμου. Στάσεις σε σημεία σταθμούς της ζωής του από την παιδική του ηλικία μέχρι την ολοκλήρωση του ονείρου. Κι απ’ την ολοκλήρωση αυτού του ονείρου στην πτώση μιας μεγάλης αυτοκρατορίας.

Ο Oliver Stone σε πολλά σημεία της σκηνοθεσίας του χρησιμοποιεί συμβολισμούς. Δίνει βάση, όχι στην ιστορία σαν ιστορία, αλλά στην ιστορία που παραλλάχτηκε με έναν απαράδεκτο τρόπο σ’ ένα σενάριο. Μύθοι, ήθη κι έθιμα, μπλέκονται σ’ ένα κουβάρι, δίνοντας παρά την ανακρίβειά τους σε πολλά σημεία, σκηνές και καλογυρισμένα πλάνα που αν μη τι άλλο είναι εντυπωσιακά. Άλλωστε η σκηνοθεσία του Stone είναι αδιαμφισβήτητα ατού και σε συνδυασμό με τη φωτογραφία λειτουργικότατη.

Οι δύο μεγάλες σκηνές μαχών είναι απείρως εντυπωσιακές (αν υποθέσουμε ότι κρατάει από κανένα 20λεπτο η κάθε μία). Ιδιαίτερα στη μάχη των Γαυγαμήλων, κάνοντας χρήση υπότιτλων που παρουσιάζουν τα σημεία της μάχης, ο θεατής όχι μόνο δεν αποσπάται, αλλά κατανοεί σε βάθος την τακτική της μάχης και γίνεται ένα με τους υπόλοιπους πολεμιστές και χάνεται στη σκόνη που σηκώνουν οι οπλές. Όσο για τη δεύτερη μάχη, στην Ινδία, εντελώς διαφορετική, εντυπωσιακή στο μάτι ως προς τις εικόνες και τα χρώματα, αλλά κουραστική και θορυβώδης υπέρ του δέοντος. Εδώ δεν υπάρχει σχέδιο, απλά άνθρωποι που σφάζονται. Ο θάνατος και το αίμα κυριαρχούν και το όνειρο έχει χαθεί.

Σεναριακά απλό, προφανώς αποσκοπώντας να μην πέσουν στη λούμπα της παραλλαγής της ιστορίας. Κάτι τέτοιο όμως δεν επιτυγχάνεται αφού οι ιστορικές ανακρίβειες φτάνουν σε σημείο να είναι προκλητικές. Έχουμε να κάνουμε κυρίως μ’ ένα παιχνίδι συναισθημάτων που πηγάζουν από τους ήρωες. Δηλαδή μια τρελή, νευρασθενική και καρακολλημένη με το γιο της Ολυμπιάδα, έναν γλοιώδη και μέθυσο Φίλιππο, έναν αλαζόνα Αλέξανδρο κι όχι οραματιστή που η εξουσία σιγά-σιγά τον οδηγεί στα όρια της τρέλας. Το μόνο καλό μέσα σ’ όλα αυτά; Οι τολμηροί και συνάμα προκλητικοί διάλογοι.

Τα κοστούμια και τα σκηνικά, άκρως μελετημένα και προσεγμένα. Διαφορετικές πόλεις με ξεχωριστή ατμόσφαιρα. Ποικίλες φυλές με διακριτά τα στοιχεία της διαφορετικότητας. Μεγαλύτερη έμφαση δίνεται στο στήσιμο της Βαβυλωνίας. Εντυπωσιακή και μεγαλοπρεπής, συμβολίζει τον πλούτο και τη δύναμη, αφού είναι η πόλη που ο Αλέξανδρος νιώθει πραγματικά σαν σπίτι του. Η μουσική του Βαγγέλη Παπαθανασίου μελωδική, στα υψηλά επίπεδα που μας έχει συνηθίσει. Πλημμυρίζει με τις νότες του κάθε εικόνα, κάθε σκηνή, με μια πληθώρα μουσικών θεμάτων, ιδανικά γραμμένες για κάθε τόπο και χρόνο. Δυναμική, ατμοσφαιρική, συγκινητική, δουλεύει θαυμάσια με την εικόνα και δεν κουράζει.

Ο Colin Farrell στο ρόλο του Αλέξανδρου, έτσι όπως τουλάχιστον ο χαρακτήρας του παρουσιάζεται μέσω του σεναρίου, αποτελεί σίγουρα έκπληξη. Ίσως εμφανισιακά να μην ήταν η καλύτερη δυνατή επιλογή, όχι ότι έχω κάποιον άλλο στο μυαλό μου, αλλά ερμηνευτικά είναι αρκετά καλός, αν και το σενάριο τον έχει κολλημένο σε ενοχλητικό βαθμό σε έναν αλαζονικό και παιδιάστικο χαρακτήρα. Η Jolie κι ο Kilmer, στους ρόλους της Ολυμπιάδας και του Φιλίππου αντίστοιχα, είναι υπερβολικοί πάνω απ’ τα όρια. Θα τολμούσα να πω ότι μέσα σ’ αυτή τη υπερβολή είναι ρηχοί και σκοτεινοί παραπάνω απ’ όσο θα έπρεπε. Σε μια προσπάθεια σεναριακής ευρεσιτεχνίας, ο Anthony Hopkins, αποτελεί τον αφηγητή της ιστορίας, ο οποίος παρά που ψάχνει τα κίνητρα που οδήγησαν τις πράξεις του Αλέξανδρου στα πλαίσια του στοχασμού, αν και βοηθάει την πλοκή της ταινίας, αντί να δώσει λύση στα ερωτήματα δημιουργεί περισσότερα, περνάει απαρατήρητος. Οι υπόλοιποι χαρακτήρες, μοιάζουν απλά καρικατούρες, αφού ο συνδυασμός δεν πείθει κι οι προθέσεις τους δεν είναι ξεκάθαρες, προσδίδοντας ένα κλίμα σκοταδισμού και υποψιών στην ταινία.

Συνολικά η ταινία αποτελεί μια αξιοπρεπή αποτυχία, ενώ θα μπορούσε ν’ αποτελεί ένα θριαμβευτικό έπος. Βασίζεται πιο πολύ στο μύθο παρά στην πραγματικότητα κάτι που εμάς τους Έλληνες τουλάχιστον προκαλεί θυμό κι απογοήτευση. Εντυπωσιακές εικόνες και δυναμική σκηνοθεσία, είναι τα μόνα που δεν οδηγούν στον όλεθρο. Ερμηνείες κάτω του μετρίου, παραπληροφόρηση, ανεξέλεγχτη πλοκή και υπερβολικά μεγάλη διάρκεια, που προσωπικά με έκαναν να χτυπάω το κεφάλι μου που το είχα δει σινεμά και με κούρασαν όσο δεν πάει. Το μόνο σίγουρο... αν δεν το έχετε δει και να μην το δείτε δε χάνετε τίποτα.
Βαθμολογία 4/10

Ταυτότητα ταινίας:
Ελλ. τίτλος: Αλέξανδρος
Είδος: Ιστορική
Σκηνοθέτης: Oliver Stone
Πρωταγωνιστές: Colin Farrell, Rosario Dawson, Anthony Hopkins, Angelina Jolie, Val Kilmer, Jared Leto, Jonathan Rhys-Meyers
Μουσική: Βαγγέλης Παπαθανασίου
Παραγωγή: 2004
Διάρκεια: 176’

Επίσημο site:
http://alexanderthemovie.warnerbros.com/



Posted on Δευτέρα, Οκτωβρίου 01, 2007 by Γιώτα Παπαδημακοπούλου

14 comments